υδροφάντης

υδροφάντης
ο / ὑδροφάντης, ΝΑ, και υδρυφάντης Ν
αυτός που ανακαλύπτει τις θέσεις υπόγειων υδάτων, υδροσκόπος
νεοελλ.
(μόνον ο τ. υδροφάντης) ζωολ. γένος μικρών ακάρεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)-* + -φάντης (< φαίνω) πρβλ. ιερο-φάντης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ὑδροφάνται — ὑδροφάντης water finder masc nom/voc pl ὑδροφάντᾱͅ , ὑδροφάντης water finder masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • AQUILEX — Graece Ὑδροφάντης, qui aquas opertas et sub tertis latentes, inducit terris et in apertum evocat elicitque. Ars ipsa Graecis dicta Ὑδροφαντικὴ, ἀπὸ τοῦ φαίνειν ὕδωρ, ab aqua elicienda et producenda. Cuiusmodi Artifices, sub Aquario, nasci, canit… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υδροφαντικός — ή, όν, Μ [υδροφάντης] 1. ο σχετικός με τους υδροφάντες και την τέχνη τους 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ ὑδροφαντική (ενν. τέχνη) η τέχνη τού υδροφάντη 3. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ὑδροφαντικά η ὑδροφαντική …   Dictionary of Greek

  • υδρυφάντης — ο, Ν ζωολ. βλ. υδροφάντης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”